Ιωάννης Γεννατάς (1777-1847)
Βιογραφικά στοιχεία
O Ιωάννης Γεννατας γεννήθηκε στην Κέρκυρα το 1777. Σπούδασε νομικά στην Πάδοβα της Ιταλίας , όπου και αναγορεύτηκε διδάκτορας. Ασκήθηκε δίπλα στον Ιταλό νομομαθή Ιωάννη Βιτσίνι στην Φλωρεντία και κατόπιν επέστρεψε στην Κέρκυρα , όπου άσκησε την δικηγορία.Ένας από τους αδελφούς του Ι.Καποδίστρια τον μύησε στην Φιλική Εταιρεία.Στην Ελλάδα επέστρεψε τον Μάιο του 1828 και διορίστηκε αμέσως μέλος του Πανελληνίου*. Υπουργός δικαιοσύνης διορίστηκε με το 14428(12.9.1829) διάταγμα.("Γενικήν εφημερίδα" σελ 63 της 18.9.1829). Φαίνεται από προσωπικά του έγγραφα και από αναφορές άλλων ότι δεν ήταν καλός γνώστης της Ελληνικής γλώσσας , εξ αιτίας της πολύχρονης απουσίας του και των σπουδών του στο εξωτερικό. Αυτό μην παρανοηθεί ότι δεν ήταν γνώστης της Ελληνικής , απλά σε μεταφράσεις ξένων όρων και στα χειρόγραφά του -όπου έγραφε με μια μείξη Ελληνικών και Λατινικών-φαίνεται ότι δεν ήταν καλός γνώστης της.**
Αποχώρησε από την πολιτική σκηνή το 1831 και επέστρεψε στην Κέρκυρα. Η νομική του αυθεντία αποκαλύπτεται και από το γεγονός ότι όταν επιθυμούσαν να αναζητήσουν νομικό υπόβαθρο σε ζητήματα κυβερνητικής πολιτικής απευθύνονταν σε αυτόν.
Στην βιβλιογραφία ο Ι.Γεννατάς συναντάται κυριώς ως «Γεννατάς», μερικές φορές ως «Γενατάς» και σπανίως ως «Γιαννατάς».
Προς τιμήν του έχει αποδωθεί το όνομά του σε διπλανό δρόμο του Δημαρχείου Κέρκυρας.
Το έργο του για την Δικαιοσύνη
Η συστηματική οργάνωση της Διοικητικής Δικαιοσύνης αρχίζει κατα την δεύτερη περιοδο Κοποδιστριακής διακυβέρνησης , επί υπουργού Δικασιοσύνης Ι.Γεννατά. Για τον Ι. Γεννατά γράφει ο Νικόλαος Ι. Πανταζόπουλος "... των πλέον ευπαιδεύτων νομικών της εποχής του". Στον Γεννατά οφείλουμε τον πρώτο σαφή εννοιολογικό προσδιορισμό των διοικητικών διαφορών. Οι απόψεις του Ι.Γεννατά για τις Διοικητικές διαφορές διατυπώθηκαν προς τον Καποδίστρια σε σχετική αναφορά του και σε σχέδιο ψηφισματος. Παρόλο που το σχέδιο ψηφίσματος δεν εγκρίθηκε από τον Καποδίστρια , οι γενικές του διατάξεις εφαρμόστηκαν σε μια σειρά από εγκύκλιους. Στη δε αναφορά του, εισηγήται την εφαρμογή ολοκληρωμένου συστήματος διοικητικής δικαιοσύνης. Έχει την πεποιθηση ότι χωρίς ισχυρή εκτελεστική εξουσία και αυστηρή εφαρμογή του νόμου δεν μπορεί να συγκροτηθεί σύγχρονο κράτος. Οπαδός του πεφωτισμένου δεσποτισμού επιδιωκει την επιβολή του κράτους του νόμου και την υποταγή της δικαιοσύνης στην εκτελεστική εξουσία. Υποστηρίζει ότι υπάρχουν διαφορές που δεν μπορούν να αφεθούν στα πολιτικά δικαστήρια και επιμένει σε αυτές να προτιμηθεί η διοικητική εξουσία από την δικαστική. Παρόλο που κάτι τέτοιο φαίνεται δεσποτικό για μια σημερινή δημοκρατία και ένα κράτος δικαίου , θα πρέπει να λάβουμε υπόψη και τις συνθήκες της εποχής. Σε ένα από τα επιχειρήματα του Ι.Γεννατά αυτές περιγράφονται γλαφυρά και ο συλλογισμός του είναι αποκαλυπτικός της βασικής αιτίας του. Βασική πολιτική του Καποδίστρια ήταν η διάσωση των "Εθνικών κτημάτων", με στόχο να τα αναδιανέμει στους ακτήμονες .Τα κίνητρα βέβαια δεν ήταν ηθικού χαρακτήρα ή η επιθυμία να αποδωθεί κοινωνική δικαιοσύνη , αλλά η πεποίθηση ότι η οικονομική ανόρθωση ενός κατεστραμένου και καταλεηλατημένου νεοσύστατου φτωχού κράτους ,θα ξεκινούσε με το να υπάρξει αγροτική παραγωγή και μεταποίηση που να μην την λυμαίνονταν οι μέχρι τότε τοπικοί άρχοντες , αλλά αντίθετα να δημιουργούσε εισοδήματα στον λαό και σαφώς στο κράτος.Την ίδια πολιτική υποστήριζε και ο Ι.Γεννατάς. Γράφει χαρακτηριστικά:" ... το μειζον των κατοίκων είναι σφετερισταί..." της εθνικής γης.Όπως υποστηρίζει τα πάντα αποδεικνύονται με ιδιωτικά έγγραφα, τον οποίων η γνησιότητα του περιεχομένου δεν μπορεί να εξακριβωθεί και από Τούρκικους τίτλους Ιδιοκτησίας , οι περισσότεροι των οποίων είναι πλαστοί. (αναφέρει μάλιστα ότι στην Κωνσ/λη , στο Ναύπλιο και στην Σμύρνη σύμφωνα με πληροφορίες της κυβέρνησης κατασκευάζονται σωρηδών τέτοιοι τίτλοι).Έτσι επιδιώκει την διοικητική κρίση όλων αυτών των υποθέσεων και όχι την δικαστική. Ο Καποδίστριας μην επιθυμόντας την άμεση ρήξη με την επικρατούσα νοοτροπία δεν το ενέγκινε , αλλα υιοθέτησε τα περισσότερα σε μετέπειτα εγκυκλίους.Επι υπουργίας του καθόρισε τηνέννοια και το περιοχόμενο των διοικητικών διαφορών,εξέδωσε τον νέο κανονισμό των δικαστηρίων και την Πολιτική διαδικασία.
Τον Ιούλιο του 1831 ο Ι. Γεννατάς ζητάει και παίρνει απεριόριστη άδεια προβάλοντας οικογενειακούς λόγους ως δικαιολογία.Προσωρινός αντικαταστάτης του επιλέγεται ο Μιχ. Σικελιανός. Στην πραγματικότητα τόσο ο Ι.Γεννατάς όσο και ο Βάιος Καποδίστριας ήταν εισηγητές πολύ αυστηρών μέτρων και έπρεπε να εκτονωθεί το φορτισμένο κλίμα με την αντιπολίτευση. Τους θεωρούσαν ως κακούς σύμβουλους της κυβέρνησης καθώς και οργανωτές δικτύου καταδοτών.Κατά τον Ν.Ι.Πανταζόπουλο ο Καποδίστριας είχε αναθέσει στον Ι.Γεννατά τη διενέργεια ανακρίσεων για τα γεγονότα του Πόρου και της Ύδρας (Ιούλιος 1831), αλλά ο Γεννατάς αρνήθηκε να αναλάβει το βαρύ αυτό έργο και προτίμησε να επιστρέψει στην Κέρκυρα.Το Μάρτιο του 1832 η Εθνοσυνέλευση επικυρώνει ψήφισμα που καταργεί τα διοικητικά δικαστήρια του Γέννατα. Οι διαφορές ,πλέον,υπόγονται στα πολιτικά δικαστήρια.
Πέρα από τα ζητήματα των Εθνικών κτημάτων και την προσπάθεια διαμόρφωσης «διοικητικών υποθέσεων» , εισάγωντας και την έννοια του «αμφισβητούμενου διοικητικόν»,το πρόταγμα της πολιτικής του ήταν η ενίσχυση της εκτελεστικής εξουσίας. Γενικότερα η θέση του ήταν πολιτειοκρατική και εκτός από την Δικαιοσύνη ήθελε και την υπαγωγή της Εκκλησίας στην πολιτική εξουσία. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η αντιμετώπιση της ακόλουθης περίπτωσης. Με αφορμή την κλήση δύο κληρικών από το Νεόκαστρο από το Πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου τής Άνω Μεσσηνίας ως Μάρτυρες σε κάποια υπόθεση και τη υποβολή τους στην διαδικασία του ορκισμού ,της κατάθεσης τους , ο Επίσκοπος Έλαίας Παΐσιος έγειρε θέμα αν επιτρέπεται να ορκίζονται οι κληρικοί. Κατά την εκκλησία απαγορευόταν η ορκομοσία των κληρικών και για αυτό τους έθεσε σε αργία και απέστειλε στην «έπί τής Παιδείας καί τών Εκκλησιαστικών υποθέσεων Γραμματείαν» το έγγραφο της ποινής τους ζητώντας οδηγίες για το τι να πράξει. Ο Ι. Γεννατάς αφού πρώτα εξέτασε το ζήτημα του όρκου από Θρησκευτική και νομική άποψη και ανατρέχωντας μέχρι και στο Βυζαντινό Δίκαιο , γνωμοδότησε υπέρ της ορκομοσίας των κληρικών. Θεώρησε όμως εκ του πονηρού την κίνηση του Επισκόπου και ζήτησε την απομάκρυνση του και την παραδειγματική τιμωρία του προβάλοντας την συμπεριφορά του ως αντίσταση κατά της πολιτικής εξουσίας.Από τα παραπάνω φαίνεται ότι επιδίωκε την αναχαίτηση παπικών τακτικών στην Εκκλησία και τον περιορισμό της μόνο σε ζητήματα δογματος και εκκλησιαστικά και όχι την επέκτασή της σε θέματα της πολιτείας.Κάτι τέτοιο , αν λάβουμε υπόψη τον ρόλο της Εκκλησίας κατά την προηγούμενη περίοδο (Τουρκοκρατία), τον καθιστούσε ιδιαίτερα αντιπαθή.( Ο Παισιος βέβαια , κατόπιν –μετά την δολοφονία Καποδίστρια-διατέλεσε μέλος της επιτροπής για Εκκλησιαστκά ζητήματα )
Οι θέσεις του Ι.Γεννατά φαίνονται με το υπόμνημα του, ως υπουργός επί του Δικαίου , στις αρχές του 1830 Οι προτάσεις του σημαντικού αυτού υπομνήματος είχαν σαφώς πολιτειοκρατικό χαρακτήρα,εκφράζοντας μια ριζικά αντίθετη προσέγγιση του ζητήματος από την αντίστοιχη του Ιωσήφ και του Άνθιμου. Η εκάστοτε κυβέρνηση επρόκειτο να αποφασίζει όχι μόνο για τα διοικητικού χαρακτήρα θέματα της Εκκλησίας, αλλά θα είχε λόγο και για το γάμο, το διαζύγιο και τον καθορισμό των εορτάσιμων ημερών. Η προτεινόμενη «Αρχιεπισκοπική Επιτροπή», στης οποίας τις συνεδριάσεις θα συμμετείχε κυβερνητικός επίτροπος, θα είχε ως αρμοδιότητα μόνο την επαφή με το Οικουμενικό Πατριαρχείο για πνευματικά ζητήματα. Με άλλα λόγια αντί για Σύνοδο ο Γεννατάς προωθούσε τη σύσταση μιας απλής υπηρεσίας, η οποία θα αναλάμβανε να διεκπεραιώσει ένα μόνο μέρος της εκκλησιαστικής πολιτικής, που θα είχε διαμορφώσει η πολιτική εξουσία.
--------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------
*Το Πανελλήνιον αποτελούσαν κατά τη σύστασή του 27 μέλη, χωρισμένα σε τρία τμήματα. Στα τρία τμήματα, επικεφαλής ήταν οι πρόβουλοι.
Πριν την έκδοση των αποφάσεων του Καποδίστρια που αφορούσαν τις εκλογές του 1829, λόγω των αντιρρήσεων που έφερνε το Πανελλήνιον στην έκδοση των αποφάσεων αυτών, ο Καποδίστριας πρόσθεσε στο σώμα εννέα μέλη που τον βοήθησαν να αποκτήσει πλειοψηφία στην υποστήριξη των απόψεών του, κάνοντας το σύνολο των μελών του 34[3]. Αναφέρεται ότι από τα Μέλη του Πανελληνίου ήταν ανάμεσα σε άλλους οι:
Γεώργιος Κουντουριώτης, πρόβουλος της οικονομίας [4]
Ιωάννης Κωλέττης
Πετρόμπεης Μαυρομιχάλης
Βιάρος Καποδίστριας, αδελφός του Κυβερνήτη Καποδίστρια, Κερκυραίος δικηγόρος που κλήθηκε από τον Καποδίστρια[1]
Ιωάννης Γεννατάς, Κερκυραίος δικηγόρος που κλήθηκε και αυτός από τον Καποδίστρια[1]
Γεώργιος Σισίνης
Ανδρέας Π. Μεταξάς
Χριστόδουλος Κλονάρης
Τάτσης Μαγγίνας[5]
Νικόλαος Ρενιέρης[6]
Ανδρέας Ζαΐμης[7]
Λυκούργος Λογοθέτης[7]
Ανδρέας Καλαμογδάρτης
Αλέξανδρος Μαυροκορδάτος
Ρήγας Παλαμήδης
Πάνος Ράγκος[8]
**Ο Ι.Γεννατάς κατηγορήθηκε από τον Μιχ.Γ.Λιβαδά για την κακή και ανόητη μετάφραση του όρου” le contentieux administratif” σε «αμφισβητούμενο διοικητικόν». Επίσης σε χειρόγραφα του Γεννατα γινεται χρήση και Ελληνικών και Λατινικών , προφανώς όπου αδυνατούσε να αποδώσει εξειδικευμένους ωομικούς όρους στην Ελληνική.
Επι Ι.Γεννατά δημοσιεύτικε ο πρώτος Κώδικας Πολιτικής Δικονομίας (1830).
Υπήρξε από το πιο ενεργά μέλη της Επιτροπής στην Κερκυρα για την βοήθεια των γυναικόπαιδων της καταστροφής του Μεσολλογγίου
----------------------------------------------------------------------
Απο τα Απομνημονεύμετα του Μακρυγιάννη:
«Τότε μίαν ημέρα με φωνάζει εις τ’ Ανάπλι ο Κυβερνήτης και μου λέγει να πάγω γύρα εις τους νομούς να τηράξω τους ανθρώπους πώς φέρνονται εις την ’πηρεσία και να μάθω και τι τρέχει........ Την περισσότερη αγανάχτησιν είχαν από τον Βιάρο, Αγουστίνο και Γεννατά.......... Πήγα εις τον Κυβερνήτη, το ’δωσα το ριπόρτο. Όταν είδε τα παράπονα διά τον Βιάρο και Αγουστίνο και Γεννατά, μου είπε αγαναχτισμένος αναντίον μου• «Τι έχετε μ’ αυτούς; – Του είπα, εγώ κατά χρέος σού το είπα και η Εξοχότη σου ό,τι σε φωτίση ο Θεός κάμε».